Σε ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα κατέληξε ομάδα ερευνητών, σύμφωνα με τα ευρήματα των οποίων η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο κατάθλιψης, ανεξαρτήτως της προσωπικότητας του κάθε ατόμου.
Η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Affective Disorders Reports, υποστηρίζει, συγκεκριμένα, ότι οι νεαροί ενήλικες που ξοδεύουν αρκετό χρόνο στα social media έχουν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να έρθουν αντιμέτωποι με την κατάθλιψη εντός 6 μηνών. Τη μελέτη πραγματοποίησε η δρ. Renae Merrill, διδακτορική φοιτήτρια στο Πρόγραμμα Δημόσιας Πολιτικής του Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας, σε συνεργασία με τον κοσμήτορα του Κολλεγίου Δημόσιας Υγείας και Ανθρωπίνων Επιστημών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Όρεγκον, Brian Primack και την Chunhua Cao, επίκουρη καθηγήτρια στο Κολλέγιο Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου της Αλαμπάμα.
«Προγενέστερη μελέτη έχει συσχετίσει την κατάθλιψη με μια σειρά από διαφορετικούς παράγοντες», σχολιάζουν οι συγγραφείς. «Ωστόσο, η διαθέσιμη βιβλιογραφία παρουσιάζει έλλειψη στοιχείων αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο διάφορα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας αλληλεπιδρούν με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την κατάθλιψη. Η νέα μελέτη εξετάζει αυτά τα σημαντικά ερευνητικά ερωτήματα, βρίσκοντας ισχυρές και γραμμικές συσχετίσεις της κατάθλιψης με όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας».
Οι ερευνητές συνέλεξαν τα δεδομένα περισσότερων από 1.000 ενηλίκων των ΗΠΑ, ηλικίας 18-30 ετών, από μια βάση δεδομένων του 2018, του δρ. Primack και συναδέλφων του από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ.
Μέτρησαν την κατάθλιψη χρησιμοποιώντας το Ερωτηματολόγιο Υγείας Ασθενούς, ενώ η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης υπολογίστηκε με βάση τις μαρτυρίες των συμμετεχόντων για τον χρόνο που ξοδεύουν καθημερινά σε δημοφιλείς ψηφιακές πλατφόρμες. Τέλος, η προσωπικότητα μετρήθηκε μέσω του Big Five Inventory, του συστήματος που υπολογίζει τα πέντε κύρια στοιχεία της προσωπικότητας: Την ανοιχτή αντίληψη, την ευσυνειδησία, την εξωστρέφεια, την τερπνότητα και τον νευρωτισμό.
Μεταξύ όσων διαπιστώθηκαν ήταν ότι όσοι, για παράδειγμα, χαρακτηρίζονταν από χαμηλά επίπεδα τερπνότητας ή υψηλά επίπεδα νευρωτισμού διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν κατάθλιψη, όταν χρησιμοποιούσαν τα social media για περισσότερα από 300 λεπτά την ημέρα. Το σημαντικότερο εύρημα της μελέτης ήταν ότι για κάθε ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συνδέθηκε έντονα με την ανάπτυξη κατάθλιψης.
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η προβληματική κοινωνική σύγκριση που πραγματοποιείται στον ψηφιακό χώρο ενισχύει τα αρνητικά συναισθήματα των ανθρώπων για τον εαυτό τους και τους άλλους. Άλλωστε, η ενισχυμένη ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μειώνει τη διαπροσωπική αλληλεπίδραση και τις δραστηριότητες εκτός σπιτιού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάθλιψη αποτελεί την κύρια αιτία δυσλειτουργίας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Η έρευνα τονίζει, επομένως, την επιτακτική ανάγκη ανάπτυξης στρατηγικών, με στόχο την πρόληψη και την αντιμετώπιση της κατάθλιψης.
«Τα ευρήματα έχουν μεγάλη σημασία σε μια εποχή τεχνολογικής επέκτασης και ολοκλήρωσης. Η διαδικτυακή επαφή αυξάνει τις πιθανότητες κακής επικοινωνίας ή εσφαλμένης αντίληψης, προκαλώντας δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις και πιθανό κίνδυνο ψυχικών διαταραχών», σχολιάζει η δρ. Merrill.
«Οι άνθρωποι έχουν έμφυτη την ανάγκη για κοινωνική σύνδεση και κατανόηση. Η εμπειρία στα social media μπορεί να βελτιωθεί, μέσω της καλύτερης επίγνωσης των συναισθημάτων μας και της σύνδεσής μας με τους άλλους σε διάφορες περιστάσεις της ζωής. Αυτό μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας της σχέσης, μέσω μιας πιο αποτελεσματικής επικοινωνίας και ανάπτυξης ενδιαφέροντος για τους άλλους και τον εαυτό μας», καταλήγει.