Τα παιδιά κάτω των 10 σπάνια νοσούν με κορονοϊό

Nine years old boys Tom, left, and Patrizio wear face masks to protect against the coronavirus as they show a musical contribution, without singing, at the Lenneberg Primary and Secondary School in Mainz, Germany, Monday, Aug. 17, 2020. German federal state Rhineland-Palatinate restart the school after the summer holiday break. (Andreas Arnold/dpa via AP)

Για ένα γονιό που θα νοσήσει το παιδί του, τίθεται το ερώτημα πώς θα ξεχωρίσει τι έχει -ίωση, κρυολόγημα ή τη νόσο Covid-19; Ποια είναι τα ύποπτα σημάδια και πότε πρέπει να αναζητήσει ιατρική εξέταση και γνωμάτευση; Στα κρίσιμα αυτά ερωτήματα επιχειρεί να δώσει απαντήσεις η δρ Αννα Παρδάλη, επιστημονικός συνεργάτης της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, αναλύοντας το «αλφαβητάρι» των συμπτωμάτων. Στοιχεία από αρκετές χώρες δείχνουν ότι τα περισσότερα κρούσματα σε παιδιά είναι αποτέλεσμα ενδοοικογενειακής μόλυνσης από κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας, συνήθως από ενήλικα.

Τα παιδιά που είναι ηλικίας κάτω των 10 ετών στο μεγαλύτερο ποσοστό τους νοσούν σπάνια και αν νοσήσουν, είναι συνήθως ασυμπτωματικά. Όμως, όπως σημειώνει η ειδικός, παρότι η πλειονότητα των παιδιών που θα νοσήσουν έχουν ήπια κλινική εικόνα και καλή πρόγνωση, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι υπάρχει ο κίνδυνος ανάπτυξης σοβαρής νόσου, ιδιαίτερα για τα μωρά που είναι κάτω του έτους, που εμφανίζουν άτυπες εκδηλώσεις, έχουν υποκείμενα νοσήματα ή κάνουν μακροχρόνια χρήση ανοσοκατασταλτικών. Εν τω μεταξύ, αντικρουόμενες απόψεις φαίνεται να υπάρχουν για τη φορεία των παιδιών και το κατά πόσο μεταδίδουν τη νόσο στα άλλα παιδιά και τους ενήλικες. Η επικρατούσα άποψη υποστηρίζει ότι τα παιδιά ιοφορούν πολύ λιγότερο από τους ενήλικες και κατά συνέπεια μεταδίδουν λιγότερο τον ιό.

Διαβάστε επίσης:  Φυσιολογικός Τοκετός μετά από Καισαρική Τομή

Πιο αναλυτικά, η μεγαλύτερη μεταδοτικότητα είναι 1-2 ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και για μία περίπου εβδομάδα. Από κει και μετά ο αριθμός των ιών στο σώμα του πάσχοντος αρχίζει να περιορίζεται σημαντικά, έτσι που τη δεύτερη ή την τρίτη εβδομάδα μπορεί να μην είναι τις περισσότερες φορές ανιχνεύσιμος με τον μοριακό έλεγχο. «Η χειμερινή περίοδος ακόμη και υπό καραντίνα, χαρακτηρίζεται από αραιή, πλην υπαρκτή ποικιλία αναπνευστικών ιών που θέτουν διαγνωστικά διλήμματα σε σχέση με τη νόσο Covid-19. Όταν εμφανιστούν συμπτώματα από το αναπνευστικό, εκτός της προφανούς ανησυχίας για το αν αφορά προσβολή από τον κορονοϊό, μια συχνή ερώτηση είναι αν είναι ίωση ή κρύωμα», περιγράφει η δρ Παρδάλη.

Διαβάστε επίσης:  Η αντιμετώπιση προκλήσεων υγείας στο επίκεντρο συνόδου μικρών κρατών ΠΟΥ

Η δρ Άννα Παρδάλη μάς προτρέπει να μην ξεχνούμε ότι εκτός από τον κορονοϊό πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν οι ιώσεις του χειμώνα. Πότε, όμως, μιλάμε για «κρύωμα» και ποτέ για ίωση; «Ίωση του αναπνευστικού ονομάζουμε οποιαδήποτε ιογενή λοίμωξη του αναπνευστικού –και σε αυτές περιλαμβάνεται και η γρίπη– που μπορεί να εκδηλώνεται με πυρετό, βήχα, φτάρνισμα, καταρροή, πονόλαιμο, κακουχία, μυαλγίες κ.λπ., σε οποιαδήποτε βαρύτητα και διάρκεια αυτών των συμπτωμάτων. Οφείλεται πάντα σε ιογενή λοιμογόνο παράγοντα και προκύπτει από τη μετάδοση, συμπτωματική ή ασυμπτωματική, από κάποιον άλλον που φέρει την ίδια ίωση», αναλύει η ειδικός.