Μεγαλύτερο κίνδυνο να διαγνωσθούν με άνοια στην τρίτη ηλικία διατρέχουν –σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα που παρουσιάζονται στο πλαίσιο ευρωπαϊκής μελέτης- οι μεσήλικες που κοιμούνται, τακτικά, λιγότερες από έξι ώρες το βράδυ.
Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξαν επιστήμονες από τη Βρετανία, την Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Φινλανδία, αναλύοντας στοιχεία για περίπου 8.000 άτομα σε βάθος 25 χρόνων. Τη συσχέτιση της διάρκειας του ύπνου με την πιθανότητα εμφάνισης άνοιας επιβεβαίωσε η ομάδα ερευνητών με επικεφαλής την επιδημιολόγο δρα Séverine Sabia, του Πανεπιστημίου του Παρισιού και του γαλλικού ιατρικού Ινστιτούτου Inserm. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό “Nature Communications”.
Άνθρωποι 50 έως 60 ετών, που συνήθως δεν κοιμούνται περισσότερες από έξι ώρες, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας αργότερα στη ζωή τους, σύμφωνα με την έρευνα. Αυξημένος κατά 30% είναι ο κίνδυνος άνοιας για άτομα ηλικίας 50 έως 70 ετών που δεν κοιμούνται πολύ. Και αυτό ανεξαρτήτως άλλων γνωστών παραγόντων-κινδύνων (π.χ. ψυχικών ή καρδιομεταβολικών) για την εμφάνιση άνοιας.
Κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται, παγκοσμίως, σχεδόν δέκα εκατομμύρια νέα περιστατικά άνοιας. Κοινό σύμπτωμα μεταξύ των περιστατικών αποτελούν οι διαταραχές του ύπνου. Όπως φαίνεται και από τη νέα μελέτη, τα προβλήματα προηγούνται συχνά για αρκετά χρόνια. Οι ειδικοί ερευνούν το κατά πόσο ο καλύτερος ύπνος –που από τα επιστημονικά δεδομένα καταδεικνύεται ότι είναι σημαντικός για την υγεία του εγκεφάλου στη μέση ηλικία- μπορεί να εμποδίσει την εμφάνιση άνοιας.