Όταν η πίεση στο χώρο εργασίας φτάνει σε υπερβολικά επίπεδα και διαρκεί για πολύ χρόνο, οι άνθρωποι διαπιστώνουν την ύπαρξη μιας απειλής για την ευημερία ή τα συμφέροντά τους και στη συνέχεια, βιώνουν συναισθήματα όπως φόβο, θυμό ή άγχος. Το εργασιακό άγχος μπορεί να οριστεί ως η βλαβερή σωματική και συναισθηματική αντίδραση, που παρατηρείται, όταν οι εργασιακές απαιτήσεις δεν ταιριάζουν με τις ικανότητες, τους πόρους ή τις ανάγκες του εργαζομένου.
Το εργασιακό άγχος μπορεί να οδηγήσει σε ασθένειες ή ακόμα και τραυματισμούς. Είναι μια αρνητική και δυσάρεστη κατάσταση, η οποία παρατηρείται, όταν ένα άτομο αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις ή τις πιέσεις που του έχουν επιβληθεί.
Ποιοι είναι οι παράγοντες εργασιακού στρες;
Οι επαγγελματικοί παράγοντες πρόκλησης εργασιακού στρες μπορούν να χωριστούν σε δύο ομάδες:
1. Τους κινδύνους που αφορούν το περιεχόμενο της εργασίας:
- μονότονα,
- υποτονικά,
- ασήμαντα καθήκοντα,
- έλλειψη ποικιλίας,
- δυσάρεστα καθήκοντα,
- πολλή ή λίγη εργασία,
- εργασία υπό χρονικές πιέσεις,
- αυστηρά και μη ευέλικτα προγράμματα εργασίας,
- πολλές και μοναχικές ώρες,
- μη προγραμματιζόμενο ωράριο,
- κακοσχεδιασμένο πρόγραμμα βαρδιών,
- μη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων,
- έλλειψη ελέγχου
2. Αυτούς που έχουν σχέση με το περιβάλλον της εργασίας
Πώς επηρεάζει το στρες ορμονικά τον οργανισμό;
Σε «δύσκολες» περιόδους κατά τις οποίες το άτομο δέχεται την παρατεταμένη επίδραση στρεσογόνων παραγόντων, παρατηρείται διαταραχή της ομοιόστασης του οργανισμού στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τα στρεσογόνα ερεθίσματα που συνίσταται σε αλλαγή στην ψυχοφυσιολογία του οργανισμού. Η νευροορμονική ανταπόκριση του οργανισμού στο στρες συνίσταται στην αύξηση των επιπέδων της κορτιζόλης στον οργανισμό, της αδρεναλίνης και άλλων ορμονών του στρες.
Όταν ένα άτομο βιώνει χρόνιο στρες, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει χρόνια απόκλιση των ρυθμιστικών συστημάτων του οργανισμού από το μέσο κανονικό επίπεδο λειτουργίας με αποτέλεσμα να εμφανίζει υπερκορτιζολαιμία. Το χρόνιο στρες προσαρμόζει και την όρεξη και την πρόσληψη τροφής με αποτέλεσμα η ημερήσια θερμιδική πρόσληψη να υπερβαίνει το φυσιολογικό και η ενεργειακή δαπάνη να μειώνεται καθώς το στρες επηρεάζει όλες τις συμπεριφορές υγείας μεταξύ των οποίων και την άσκηση, όπου παρατηρείται μείωση της συνολικής φυσικής δραστηριότητας του ατόμου.
Επίδραση της κακής ψυχικής υγείας και του στρες στο βάρος
Το στρες επηρεάζει τις διατροφικές συνήθειες προάγοντας συμπεριφορές, όπως η συναισθηματική υπερφαγία, η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη και κατανάλωση λιγότερων λαχανικών και φρούτων. Οι τροφές που είναι πλούσιες σε αλάτι και λιπαρά είναι πιο εύγευστες με αποτέλεσμα να έχουν εθιστική επίδραση καθώς διεγείρονται τα συστήματα ανταμοιβής στον εγκέφαλο με αποτέλεσμα να ενισχύεται η συνεχής επιλογή τέτοιων τροφίμων.
Μ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν εθίζεται ο οργανισμός σε τροφές υψηλής θερμιδικής αξίας αλλά χαμηλής διατροφικής αξίας. Παρατηρείται λοιπόν αυξημένη κατανάλωση γλυκών και λιπαρών τροφών από άτομα που θέλουν να κατευνάσουν αρνητικά συναισθήματα γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους.
Πώς να διαχειριστούμε το άγχος;
Οι νεότερες προσεγγίσεις στη διαχείριση του άγχους χρησιμοποιούν συνδυαστικά ποικίλες τεχνικές. Η διαδικασία της διαχείρισης του στρες αποτελείται από τρεις φάσεις:
- Την κατανόηση, όπου το άτομο κατανοεί τις διεργασίες που σχετίζονται με το στρες.
- Την απόκτηση δεξιοτήτων και την εξάσκηση σε αυτές (π.χ. οργάνωση του χρόνου, τεχνικές επίλυσης προβλημάτων, ασκήσεις χαλάρωσης, γνωσιακή αναδόμηση, διαλογισμό).
- Την εφαρμογή των γνώσεων και των δεξιοτήτων στην καθημερινή πράξη.
Οι δεξιότητες για την αντιμετώπιση του στρες αποσκοπούν:
- Στη μείωση των στρεσογόνων περιβαλλοντικών συνθηκών.
- Στην ανοχή ή τροποποίηση στρεσογόνων καταστάσεων.
- Στη διατήρηση της θετικής αυτό-εικόνας.
- Στη διατήρηση συναισθηματικής ισορροπίας και σταθερότητας.
- Στην ανάκτηση ή διατήρηση της ικανοποίησης από τη σχέση και την επαφή με τρίτους.