Μεγάλη αύξηση της σύφιλης καταγράφεται στις χώρες της Δύσης, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό και το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχους και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC, CDC).
Η αύξηση των περιστατικών, όπως επισημαίνει το ECDC) στην Ευρώπη είχε αρχίσει από το 2012, ενώ το 2019, δηλαδή την χρονιά πριν την πανδημία, είχε καταγραφεί ιστορικό υψηλό των κρουσμάτων.
Το 2020 υπήρξε μικρή μείωση, λόγω των lockdown, η οποία αντιστράφηκε το επόμενο έτος.
Συνολικά, το 2021 σε 28 κράτη-μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) δηλώθηκα 25.270 επιβεβαιωμένα κρούσματα. Η αναλογία ήταν 7 περιστατικά ανά 100.000 πληθυσμού.
Από τις 25 χώρες που αφορούν τα στοιχεία, στις 16 παρατηρήθηκε αύξηση και στις 9 μείωση των κρουσμάτων.
Οι μεγαλύτερες αυξήσεις (πάνω από 25%) καταγράφηκαν σε:
Βέλγιο
Κροατία
Κύπρο
Δανία
Ελλάδα
Ισλανδία
Πολωνία
Σλοβακία
Οι χώρες αυτές είχαν συνολικά το 20% όλων των κρουσμάτων που δηλώθηκαν το 2021.
Αντιθέτως, οι μεγαλύτερες μειώσεις (κατά 25% ή περισσότερο) καταγράφηκαν σε μόλις δύο χώρες, τη Λετονία και η Νορβηγία. Και οι δύο μαζί έφτασαν στο μόλις 1% των κρουσμάτων της συγκεκριμένης χρονιάς.
ΗΠΑ: 231 θνησιγενείς γεννήσεις και 51 θάνατοι βρεφών από σύφιλη
Η σύφιλη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε αποβολή και θνησιγένεια, ενώ τα βρέφη που επιβιώνουν μπορεί να τυφλωθούν ή να χάσουν την ακοή τους, ή να παρουσιάσουν σοβαρές αναπτυξιακές καθυστερήσεις.
Το 2022, η ασθένεια προκάλεσε στις ΗΠΑ 231 θνησιγενείς γεννήσεις και 51 θανάτους βρεφών.
Σχεδόν το 90% των νέων κρουσμάτων θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί με έγκαιρη εξέταση και θεραπεία, σύμφωνα με το CDC.
«Η σύφιλη στα μωρά συνεχίζει να αυξάνεται και η κατάσταση είναι τραγική», δήλωσε σε συνέντευξή της στους New York Times η δρ. Λόρα Μπάχμαν, επικεφαλής ιατρός στο τμήμα Πρόληψης Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Νοσημάτων του CDC.
Σχεδόν το 38% των 3.700 μωρών γεννήθηκαν το 2022 στις ΗΠΑ από γυναίκες που δεν είχαν καμία προγεννητική φροντίδα.
Από τις γυναίκες που είχαν τουλάχιστον ένα προγεννητικό ραντεβού, το 30% δεν εξετάστηκε ποτέ για σύφιλη ή εξετάστηκε πολύ αργά.
Μεταξύ εκείνων που εξετάστηκαν θετικά για σύφιλη, το 88% έλαβαν ανεπαρκή, μη τεκμηριωμένη ή καθόλου θεραπεία.
Οι έγκυες, πάντως, μπορεί να μην έχουν συμπτώματα, ούτε να συνειδητοποιούν ότι πρέπει να εξεταστούν ή να λάβουν θεραπεία και αυτό πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο προληπτικού ελέγχου.
Ως εκ τούτου, το CDC συνιστά τον έλεγχο για σύφιλη κατά την πρώτη προγεννητική επίσκεψη ή μόλις διαπιστωθεί εγκυμοσύνη.
Οι πρώιμες περιπτώσεις σύφιλης σε μια έγκυο μπορούν να αντιμετωπιστούν με μια μόνο ένεση ενός αντιβιοτικού που ονομάζεται βενζαθίνη πενικιλλίνη G.
Εντούτοις, τον Ιούνιο η φαρμακευτική εταιρεία που παράγει τη δραστική ουσία, είχε προειδοποιήσει τον FDA ότι το φάρμακο ήταν σε έλλειψη, εν μέρει λόγω της απότομης αύξησης της ζήτησης για θεραπεία της σύφιλης.
Πώς μεταδίδεται, πώς θεραπεύεται η σύφιλη
Τα βακτήρια εισέρχονται στον οργανισμό μέσω του πρωκτού, του κόλπου, του πέους, του στόματος ή μέσω ρωγμών στο δέρμα.
Επίσης, μεταδίδονται από την έγκυο στο βρέφος.
Ακολούθως, προκαλούν σοβαρές βλάβες στο δέρμα και σε ζωτικά όργανα.
Η σύφιλη μπορεί να αντιμετωπιστεί σε όλα τα στάδια, ευκολότερα όμως στα αρχικά, με τη χορήγηση αντιβίωσης.
Μετά τη χορήγηση της θεραπείας, ο ασθενής θα πρέπει να κάνει περιοδικά αιματολογικές εξετάσεις, για να διαπιστωθεί αν ανταποκρίνεται στη θεραπεία.
Επίσης, να αποφύγει τις σεξουαλικές επαφές μέχρι να αποδειχθεί ότι η μόλυνση έχει αντιμετωπιστεί και να ενημερώσει τους πρόσφατους ερωτικούς συντρόφους για να εξεταστούν και εκείνοι και αν χρειαστεί, να λάβουν τη θεραπεία.
Τέλος, θα πρέπει να κάνει εξετάσεις για μόλυνση και από άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.