Οι άνθρωποι που μας πλήγωσαν ή μας αδίκησαν μπορούν να αφήσουν βαθιά συναισθηματικά τραύματα, δημιουργώντας συχνά συσσωρευμένα αρνητικά συναισθήματα όπως θυμό και απογοήτευση. Ο καθηγητής Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας Robert Enright, Ph.D., σε άρθρο του στο Psychology Today, αναφέρεται στη σημασία της συγχώρεσης, επισημαίνοντας ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη ή αναγκαία, αλλά επιλογή που ο κάθε άνθρωπος κάνει όταν και αν νιώσει έτοιμος.
Μελέτες δείχνουν ότι η συγχώρεση μπορεί να βελτιώσει τη συναισθηματική υγεία, όπως στις περιπτώσεις γυναικών που υπέστησαν κακοποίηση και κατάφεραν να ανακουφιστούν από την κατάθλιψη, όμως η απόφαση παραμένει προσωπική. Ο Enright τονίζει ότι δεν πρέπει να πιέζουμε κανέναν να συγχωρήσει. Το να υποδεικνύουμε σε κάποιον να συγχωρέσει μπορεί να επιδεινώσει τα αρνητικά του συναισθήματα, ιδιαίτερα αν δεν είναι έτοιμος.
Η διαδικασία της συγχώρεσης είναι μακρά και απαιτεί χρόνο, με σεβασμό στα συναισθηματικά όρια του ατόμου. Δεν συνεπάγεται πάντα επανασύνδεση με τον δράστη, ούτε δικαιολογεί το άδικο. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η συγχώρεση αποτελεί ένα εργαλείο για τη συναισθηματική απελευθέρωση, αλλά η απόφαση πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από το ίδιο το άτομο.