Οι αμερικανικές υγειονομικές αρχές ανακοίνωσαν σήμερα νέες οδηγίες προκειμένου να αναγκάσουν την αγροτοδιατροφική βιομηχανία να μειώσει το ποσοστό του αλατιού στα προϊόντα της, ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας σε μια χώρα όπου οι μισοί κάτοικοι πάσχουν από υπέρταση.
Ο στόχος είναι μέσα σε δυόμισι χρόνια να μειωθεί κατά 12% η μέση κατανάλωση αλατιού ημερησίως, εξηγεί στην ανακοίνωσή της η FDA, η αμερικανική υπηρεσία τροφίμων και φαρμάκων.
Συνολικά, οι νέες οδηγίες αφορούν 163 κατηγορίες προϊόντων, από κατεψυγμένα έτοιμα γεύματα μέχρι βρεφικές τροφές αλλά και τα μενού των φαστ-φουντ.
Σύμφωνα με την FDA οι Αμερικανοί λαμβάνουν 50% περισσότερο νάτριο από τη συνιστώμενη δοσολογία. Το 95% των παιδιών ηλικίας από 2 έως 13 ετών ξεπερνούν το συνιστώμενο όριο. Αυτή η υπερκατανάλωση αλατιού προκαλεί διάφορες ασθένειες, όπως υπέρταση, καρδιαγγειακά νοσήματα, παχυσαρκία και διαβήτη. Ιδιαίτερα, κατά δυσανάλογο τρόπο, πλήττονται οι φυλετικές και εθνικές μειονότητες ενώ η πανδημία της Covid-19 ενέτεινε το πρόβλημα, ανέφερε η Τζάνετ Γούντκοκ, η προσωρινή επικεφαλής της FDA.
Σύμφωνα με την υπηρεσία, δίνεται αρκετός χρόνος μέχρι το 2024 στις βιομηχανίες για να εφαρμόσουν τα νέα μέτρα αλλά και για να “προσαρμοστούν” οι καταναλωτές στις νέες γεύσεις.
“Το νάτριο παίζει σημαντικό ρόλο στην τεχνολογία και τη διατροφική ασφάλεια, πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι αλλαγές αυτές δεν θα γίνουν αύριο”, εξήγησε η Γούντκοκ. “Ξέρουμε ότι ακόμη και η μικρή μείωση που θα γίνει σταδιακά τα επόμενα χρόνια θα επιτρέψει να περιοριστούν σημαντικά οι ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή, να βελτιωθεί η υγεία του πληθυσμού και να μειωθεί το κόστος νοσηλείας”, πρόσθεσε.
Περισσότερες από 100 χώρες εφαρμόζουν προγράμματα μείωσης του νατρίου και πολλές πολυεθνικές εταιρείες πωλούν ήδη, σε άλλες αγορές, εκτός των ΗΠΑ, προϊόντα που περιέχουν λιγότερο αλάτι. “Ξέρουν ήδη πώς να το κάνουν”, είπε η Σούζαν Μέιν, η διευθύντρια διατροφικής ασφάλειας της FDA.